Μεθοδίου

Μεθοδίου
Μεθόδιος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μεθοδίου — μεθόδιον neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κύριλλος και Μεθόδιος — (9ος αι. μ.Χ.). Αδελφοί κληρικοί, λόγιοι και ιεραπόστολοι από τη Θεσσαλονίκη, άγιοι της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, «απόστολοι των Σλάβων». Ήταν γιοι του βυζαντινού στρατιωτικού Λέοντα. Ο μεγαλύτερος αδελφός, ο Mεθόδιος (Θεσσαλονίκη 827 – Ρώμη… …   Dictionary of Greek

  • Мефодий — (Μεθοδίου) греческое Род: мужской Этимологическое значение: методичный Производ. формы: Меф, Мефочка, Мефусик, Дий, Меди Иноязычные аналоги: англ. Methodius …   Википедия

  • Антракитис, Мефодиос — …   Википедия

  • Θεσσαλονίκης, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 37 ενοριακοί ναοί. Στην περιφέρειά της λειτουργούν η ανδρική μονή της Αγίας Θεοδώρας (9ος αι.), το ησυχαστήριο των Αγίων Αποστόλων και Ισαποστόλων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, το… …   Dictionary of Greek

  • Ναούμ — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Προφήτης της Παλαιάς Διαθήκης. Καταγόταν από την Ελκώς, πόλη της οποίας η θέση αμφισβητείται. Η μνήμη του τιμάται την 1η Δεκεμβρίου. Με τον τίτλο αυτό αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη και ένα βιβλίο, το …   Dictionary of Greek

  • μοράβια — (τσεχ. Morava, γερμ. Mahren). Ιστορική γεωγραφική περιοχή (26.095 τ.χλμ., περ. 4.000.000 κάτ. το 1999) της Τσεχίας· αποτελεί, μαζί με τη Βοημία, μια από τις δυο περιοχές που αποτελούν την Τσεχία και διαιρείται διοικητικά στις επαρχίες της Βόρειας …   Dictionary of Greek

  • Αγγελάριος — (9ος αι. μ.Χ.).Βυζαντινός κληρικός, μαθητής του Κύριλλου και του Μεθόδιου. Από το 885 εγκαταστάθηκε στην περιοχή Κουτμιτζίβιτζα, που βρισκόταν ανάμεσα στα Σκόπια και τα Ακροκεραύνια της Β. Ηπείρου. Η Ανατ. Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο. Η… …   Dictionary of Greek

  • Ανθρακίτης, Μεθόδιος — (Καμινιά Ζαγορίου 1660; – Ιωάννινα 1736).Διδάσκαλος του Γένους. Σπούδασε στα Ιωάννινα και στη Βενετία, όπου υπηρέτησε και ως εφημέριος του τοπικού ορθόδοξου ναού. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα (γύρω στο 1710), δίδαξε σε σχολές της Καστοριάς …   Dictionary of Greek

  • Βαρβιτσιώτης, Τάκης — (Θεσσαλονίκη 1916 –). Νομικός και λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος, παράλληλα όμως ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Έγραψε κυρίως ποιήματα, δοκίμια και μετέφρασε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”